Στη δεύτερη πατρίδα του, τη Βενεζουέλα, βρέθηκε ο φίλος λογοτέχνης Στράτος Δουκάκης, προκειμένου να παραστεί στον γάμο του γιού του, του Αλέξανδρου. Και στην εφημερίδα «Εμπρός» της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Μυτιλήνης, έγραψε ένα χρονογράφημα γι’ αυτό το όμορφο ταξίδι. Κι είναι να ζηλεύεις την ευαισθησία αυτού του ανθρώπου. Αντιγράφεται από τον ιστότοπο της εφημερίδας (www.emprosnet.gr)...
Στα μέρη τα γνωστά...
Του
Στράτου
Δουκάκη
Η ταχύτητα των εννιακοσίων και κάτι χιλιομέτρων την ώρα που πετούσαμε, ολοένα και μειώνεται. Τα ολόλευκα σύννεφα που μας συνόδευαν, αφήνουν χώρο σ’ έναν καθάριο γαλάζιο ουρανό, ώστε να διακρίνουμε αμυδρά την Καραϊβική με τα σμαραγδένια νερά και τα χιλιάδες πανέμορφα νησιά της, κι είναι σα να μας καλωσορίζει και να μας προετοιμάζει για ό,τι μας περιμένει.
Με χίλιους τρόπους νιώθω να σπαρταράει η ψυχή μου καθώς βλέπω στην οθόνη του αεροπλάνου πως όλο και πιο κοντά βρισκόμαστε στον προορισμό μας. Κι αν ο προορισμός σου είναι ένας απ’ αυτούς που αγαπάς, τότε δεν είναι μόνο η ψυχή, αλλά και όλο το κορμί σου που τραντάζεται, ακριβώς όπως και το αεροπλάνο που μόλις προσγειώθηκε στη «Μαϊκετία», το αεροδρόμιο του Καράκας της Βενεζουέλας.
Η υγρή ζέστη των 30 βαθμών γίνεται αισθητή στο σώμα μας, που κολλάει... Η πρώτη εντύπωση είναι να αντικρίζεις, όπου κι αν σκαλώσει το βλέμμα στην αίθουσα του αεροδρομίου, τις διαφημιστικές αφίσες του προέδρου Τσάβεζ, ο οποίος, χτυπημένος από την επάρατο, ψάχνει, πότε εδώ και πότε στην Κούβα, το γιατρικό να την νικήσει...
Έξω, οι γνωστές αντιθέσεις: πλούτου - φτώχειας.
Τα barrios σκαρφαλωμένα στους γύρω λόφους, η ανασφάλεια, η εγκληματικότητα, οι πόλεις γεμάτες σιδεριές σα φυλακές, το άναρχο οδήγημα, οι ξεχαρβαλωμένοι δρόμοι, τα ξεθωριασμένα χρώματα και οι ξεφλουδισμένοι τοίχοι των κτηρίων, η φθορά από την εγκατάλειψη, γεννάν την πρώτη πίκρα και την αμηχανία. Φαίνονται τόσο παράταιρα όλα αυτά σ’ αυτόν τον ηλιοφορεμένο τόπο του κεφιού και της καρδιάς, που σου δημιουργείται η εντύπωση πως είναι έτσι γιατί δεν μπορεί να ’ναι αλλιώς.
Δεν είναι δυνατόν, σκέπτομαι, να επικρατεί μια τέτοια κατάσταση ακόμη, με τόσο πλούτο, σε τούτη τη δεύτερη πατρίδα, όπως τη λέω πάντα. Γιατί, κι αυτή, πατρίδα είναι... Τι θαρρείς πως είναι πατρίδα... Πέρα από ορισμούς χαρτών, είναι αυτό το χώμα που για χρόνια πατούσα κι άφησα ρίζες... Είναι οι εικόνες που έζησα, οι μυρωδιές που ένιωσα, οι μουσικές που άκουσα.
Είναι οι άνθρωποι που τόσα μοιράστηκα για χρόνια μαζί τους. Που αγάπησα και μ’ αγαπήσανε. Και είδα με ικανοποίηση πως ακόμη μ’ αγαπούν. Μια γύρα κάναμε σε γνώριμα μέρη και πέσαμε, λόγω τιμής, πάνω σε όμορφες καρδιές! Σαν το μπορείς, ο κόσμος όλος είναι μια αγκαλιά.
Να όμως που όλα αυτά ξέρει να τα ξεπερνά πολύ καλά η απαράμιλλη φυσική ομορφιά τούτης της χώρας, που σε ανταμείβει με το παραπάνω κάνοντάς σε να τη σεβαστείς. Ομορφιές να δουν τα μάτια σου.
Η φύση και η βλάστηση εδώ οργιάζουν κι η ομορφιά περνάει σε άλλο επίπεδο. Με μιας, εμένα, μ’ αγκάλιασαν οι ξωτικές που πλανεύουν, που πίνουν την ψυχή μου και τη μεθάνε. Κι εγώ που έχω «κόλλημα» με τη φύση, ρούφηξα λαίμαργα όσο πιο πολύ μπορούσα απ’ αυτές. Πώς να μη λαμποκοπά η υγρασία των ματιών μου... Κι είναι τόσες οι ομορφιές... πού να τις προλάβεις; Κι εμείς είναι που για άλλο σκοπό ήρθαμε, κι όχι για τέτοια.
Μα δεν μπορείς... Να ’τανε να τα ζωγραφίσω όλα τούτα: το κλίμα το μοναδικό, το πράσινο που δεσπόζει, το απίστευτο ταπεραμέντο των ανθρώπων, τα μοιράσματα που πολλαπλασιάζονται και... τα όνειρά τους που τα ζεσταίνουν με περισσή αγάπη, θα έφτιαχνα, όχι τούτο το γραφτό, μα... ένα έργο τέχνης.
Καλέ μου φίλε σ' ευχαριστώ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε συγκινείς...
Να 'σαι καλά!
Θα τα πούμε από κοντά.
Σου το έκανα για να... κλάψεις!
ΑπάντησηΔιαγραφή