Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013

Ο καθ. Δημ. Μάρδας, για τη διόγκωση του ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού του 2009

Το έλλειμμα του κρ. προϋπολογισμού του 2009 εκτινάχθηκε από το 5,2 δισ. στα 30 δισ. ευρώ ή στα 36 δισ. ευρώ κατά μια άλλη προσέγγιση. 
Όλη η συζήτηση περί «μαγειρέματος» των δεδομένων επικεντρώνεται στη διαφορά των δυο τελευταίων αριθμών (το 30 και 36). 
Ως προς την εκτίναξη του ελλείμματος από το 5,2 δισ. στα περίπου 30  δισ. ευρώ ή έστω στα 25-28 δισ. ευρώ, αυτό θεωρείται επουσιώδες;


Του 
Δημήτρη Μάρδα
Καθηγητή 
Τμήματος Οικονομικών 
Επιστημών του ΑΠΘ



Αναζωπυρώνεται η πολιτική αντιπαράθεση, με αφορμή την κατηγορία σε βαθμό κακουργήματος, σε βάρος του πρώην προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ και στελεχών του Γενικού Λογιστικού του Κράτους. Αιτία, η καταγγελλόμενη τεχνητή διόγκωση του ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού του 2009.
Ως προς τα στοιχεία του 2009, σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση για τον κρατικού προϋπολογισμό εκείνης της χρονιάς του Υπουργού Οικονομικών (Αλογοσκούφη), που έλαβε χώρα τον Νοέμβριο του 2008, το έλλειμμα του 2009 θα ανερχόταν σε 5,2 δισ. ευρώ. Τότε, το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδος (ΟΕΕ), στο πλαίσιο της καθιερωμένης έκφρασης απόψεων για τον εν λόγω προϋπολογισμό, σημείωνε ότι το προϋπολογισθέν έλλειμμα ήταν ιδιαίτερα χαμηλό και ανακριβές.
Λίγους μήνες μετά, επί της ιδίας κυβέρνησης, επιβεβαιώθηκαν οι εκτιμήσεις του ΟΕΕ. Έτσι σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθεροποίησης και Ανάπτυξης (ΠΣΑ) των αρχών του 2009, το εξεταζόμενο έλλειμμα θα εκτινασσόταν στα 9,4 δισ. ευρώ.
Με τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου του 2009, παραμονές σύνταξης του προϋπολογισμού και με την κατάθεση από τον κο Παπακωνσταντίνου της εισήγησης του κρατικού προϋπολογισμού του 2010 (για πρώτη φορά σε… στικάκι!), η εκτίμηση για το έλλειμμα του 2009 άλλαξε προσεγγίζοντας τα 30,6 δισ. ευρώ. Ο χρόνος ανάμεσα στη διενέργεια των εκλογών και την παρουσίαση στη Βουλή του κρατικού προϋπολογισμού ήταν ιδιαίτερα μικρός.
Έτσι, θεωρήθηκε ότι η νέα εκτίμηση των 30,6 δισ. ευρώ, δεν επηρεάστηκε από διάφορα «μαγειρέματα» ή ότι η οποιαδήποτε «ανακατοσούρα» στις δαπάνες και έσοδα του προϋπολογισμού του 2009 θα ήταν περιορισμένης εμβέλειας.
Πράγματι, η απελθούσα κυβέρνηση γνώριζε ακριβώς τι γινόταν έως τον Οκτώβριο του 2009, τόσο στις δημόσιες δαπάνες όσο και στα έσοδα. Απέμεναν όμως τρεις ολόκληροι μήνες με άγνωστο μέλλον έως προς τις οικονομικές εξελίξεις του τέλους του 2009.
Με τα απολογιστικά στοιχεία για τον εν λόγω προϋπολογισμό, της περιόδου του Φεβρουαρίου του 2010, το επίμαχο έλλειμμα εκτινάχθηκε στα 36,1 δισ. ευρώ.
Η θεαματική αυτή διαφορά ανάμεσα στα 30,6 δις και τα 36,1 δισ. μπορεί να οφείλεται είτε σε μεταφορές δαπανών από το 2010 στο 2009 είτε σε μεταφορές εσόδων από το 2009 στο 2010 ή στις κακές εκτιμήσεις του Οκτωβρίου του 2009 για το κλείσιμο της χρονιάς.
Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η διόγκωση στα 36,1 δισ. ευρώ, μας έριξε στην αγκαλιά του ΔΝΤ και οι ομολογουμένως πρωτόγνωροι και κακότεχνοι χειρισμοί της περιόδου των αρχών του 2010 ήταν η κύρια αιτία του τότε Μνημονίου.
Οι υποστηριχτές αυτής της άποψης υπονοούν άραγε ότι με έλλειμμα, το 2009, της τάξης περίπου των 30 δισ. ευρώ ή έστω λίγο χαμηλότερο, της τάξης των 25-28 δισ. ευρώ και με χρέος που κάλπαζε εδώ και χρόνια (σε απόλυτες τιμές) δε θα συνέβαιναν όσα συνέβησαν; Από την άλλη, υπονοούν ότι η εκτίναξη του ελλείμματος από τα 5,2 δισ. ευρώ στα 30 δισ. ευρώ (ή έστω στα 25-28 δισ.) αποτελεί ζήτημα δευτερεύουσας σημασίας;
Τα ανωτέρω ηχούν μάλλον ως κακόγουστο αστείο!. Με μαθηματική ακρίβεια οδεύαμε στο Μνημόνιο, καθώς αδυνατούσαμε να συμμαζέψουμε τα δημοσιονομικά μας ελλείμματα για χρόνια ενώ από την άλλη, σημαντικές εξελίξεις (αποβιομηχάνιση, η σε μοναδική έκταση διαφθορά κ.λπ) επιβεβαίωναν το αναπόφευκτο. Αυτό έγινε ιδιαίτερα εμφανές μετά το 2004.
Να υπενθυμίσουμε ότι οι καταναλωτικές δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού από το 2005 έως το 2009, εκτοξεύθηκαν από 48,6 δισ. ευρώ σε 71,4 δισ. (με τόκους εξόφλησης των δανείων του κράτους που άρχισαν το 2005 από 9 δισ. και κατέληξαν αυξανόμενοι σε 12,1 δισ.το 2009).
Ως προς τις προαναφερθείσες μεταφορές των δαπανών-εσόδων από χρονιά σε χρονιά, αν και κατακριτέες, αποτελούν μια πρακτική που χρησιμοποιήθηκε κατ’ επανάληψη στη διαμόρφωση των προϋπολογισμών της χώρας (βλ. Απογραφή του 2004).
Οι ανωτέρω δυσμενείς εξελίξεις της ελληνικής οικονομίας, όπως και ο περιορισμένος δυναμισμός της, όλα λοιπόν ήταν γνωστά στους «εκτελεστές» των οίκων αξιολόγησης και των μεγαθηρίων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, πριν την εκδήλωση της δικής μας κρίσης το 2010.
Το ερώτημα που απομένει να απαντηθεί είναι το εξής: Γιατί οι οίκοι αξιολόγησης μας κρατούσαν βαθμολογικά σε υψηλό σημείο, όταν όλα γύρω στη χώρα μας εμφανώς κατέρρεαν; 
Έγιναν λάθος εκτιμήσεις και υπολογισμοί (όπως με τη Lehman Brothers ή όπως με τους διαβόητους πολλαπλασιαστές του ΔΝΤ) ή όλα εξελίχθηκαν κατά τους σχεδιασμούς ενός πανίσχυρου διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, που στην ουσία συγκυβερνά στον πλανήτη;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου