Του
Δημήτρη
Κωνσταντάρα
Το πρόβλημα με τον ποδοσφαιριστή της ΑΕΚ Κατίδη είναι ΜΕΓΑΛΟ. Δεν είναι «πρόβλημα του Κατίδη». Δεν είναι «πρόβλημα της ΑΕΚ». Δεν είναι «πρόβλημα νεοναζισμού στα γήπεδα.». Είναι ένα γενικότερο πρόβλημα μιας ολόκληρης γενιάς Ελληνόπουλων που γεννήθηκαν, διαμορφώθηκαν, μορφώθηκαν, εκπαιδεύτηκαν, διαπαιδαγωγήθηκαν, αναπτύχθηκαν σ΄ ένα περίεργο «Νέο Κόσμο», χωρίς πρότυπα, χωρίς ιδανικά, χωρίς καθοδηγητές, χωρίς ραχοκοκκαλιά.
Τα παιδιά αυτής της γενιάς γεννήθηκαν σ’ ένα παγκοσμιοποιημένο όσο και φτωχοποιημένο κόσμο χωρίς τις λέξεις και τις έννοιες «πατρίδα», «σημαία», «παράδοση», «θρησκεία», «οικογένεια», «συνείδηση», «ηθική», «σοβαρότητα», «σύμβολα» να έχουν κάποια σημασία, χωρίς να αποτελούν κομμάτια της διαπαιδαγώγησής τους και στην πραγματικότητα δεν ξέρουν ούτε ποιοι είναι, ούτε που βρίσκονται.
Οι «Κατίδηδες» των 18, 20, 22 χρονών του σήμερα μοιάζουν σαν τα εγκαταλελειμμένα σε ορφανοτροφεία παιδιά του 19ου αιώνα που αφού παραπετάχτηκαν – για διαφορετικούς λόγους- από τους γονείς τους, κακοποιήθηκαν από τους «προστάτες» τους, μεγάλωσαν χωρίς φροντίδα, όραμα, ζεστασιά και είχαν μία φιλοδοξία: Να «βγούν έξω» , να «πετύχουν», να «κάνουν λεφτά» και να «εκδικηθούν» την «πουτάνα την κοινωνία» που τους αδίκησε.
Η ανόητη και βλακώδης ενέργεια του ποδοσφαιριστή - με ταλέντο χωρίς αμφιβολία αλλά και γεμάτου προβληματικές ανισορροπίες στη συμπεριφορά του- να σηκώσει το χέρι του σε ναζιστικό χαιρετισμό χαιρετώντας -υποτίθεται- τους φιλάθλους της ομάδας του μετά το γκόλ που -υποτίθεται- πέτυχε, αναμφίβολα στιγμάτισε την καριέρα του.
Αλλά το κυριότερο είναι ότι στιγμάτισε και ολόκληρη τη ζωή του, προσφέροντας ασύλληπτο παραλληλισμό με τις κοινωνικές συμπεριφορές σε άλλες εκφάνσεις της ζωής μας.
Στην περίπτωση του Κατίδη – και άλλων «μπαλλαδόρων»- ο χώρος του ποδοσφαίρου (όπως άλλωστε και της show business αλλά και της τηλεόρασης) είναι ό, τι χειρότερο μπορεί να ευχηθεί ή να ελπίσει ένας γονιός για το παιδί του ΑΝ γνωρίζει ότι αυτό το παιδί του είναι συναισθηματικά, πολιτικά, πολιτιστικά και μορφωτικά «ανεπαρκές» και «ανώριμο». Υποτίθεται βέβαια ότι ο γονιός γνωρίζει. Αλλά όλοι οι γονείς, ΔΕΝ γνωρίζουν.
Την πιο εύστοχη φράση την είπε ο προπονητής του Εβαλντ Λίνεν, λέγοντας ότι ο νεαρός ποδοσφαιριστής «ζει στον κόσμο του...».
Ποιον κόσμο δηλαδή;
Μα αυτόν στον οποίο ζούμε. Όπου οι γονείς που παλεύουν χρόνια για να «σταθούν» και να ορθοποδήσουν, δεν έχουν τίποτε περισσότερο -πάντα πλην εξαιρέσεων- να προσφέρουν στα παιδιά τους ως όραμα, ως ιδανικό, ως όνειρο εκτός από το στόχο της απλής επιβίωσης και γιατί ούτε το σχολείο, ούτε η «γειτονιά», ούτε οι δάσκαλοι, ούτε οι συγγενείς, ούτε η κοινωνία γύρω τους έχει τέτοιο όραμα, ιδανικό ή όνειρο.
Κοιτάξτε γύρω σας: Είναι σχολεία αυτά που έχουμε, είναι εκπαίδευση αυτή που δίνουμε στα παιδιά, είναι πρότυπα αυτά που προβάλλονται από τα περιοδικά και τις εφημερίδες και τις τηλεοράσεις, είναι παραδείγματα και υποδείγματα χαρακτήρων αυτά που προβάλλονται, υπάρχουν πλέον «ήρωες της καθημερινότητας», υπάρχουν βιβλία στα σπίτια, ακούνε καλή μουσική, τους μιλάει κανείς για την ιστορία και τις παραδόσεις του τόπου τους, γνωρίζουν το αληθινό νόημα των λέξεων «ηθική», «πατρίδα», «καθήκον»;
Ο ταλαίπωρος Κατίδης, παιδί από φτωχή οικογένεια μεταναστών, γεννήθηκε στην Αμερική και μετά το διαζύγιο των γονιών του επέστρεψε στην Ελλάδα. Ξεκίνησε στις ακαδημίες του Άρη το 2008 και μπήκε στην πρώτη ομάδα το 2010, 17 ετών.
Ωστόσο, οι σχέσεις του 17χρονου παιδιού με τον προπονητή του, κάθε άλλο παρά ιδανικές ήταν και μετά από πειθαρχικό παράπτωμα, τον έβαλαν στο περιθώριο. Όλοι μιλούσαν για τα «καμώματά» του. Αλήθεια, ψέματα, υπερβολή; Έτσι μεγάλωνε το παιδί και προπονιόταν μόνος του. Τι αισθανόταν τότε; Τι σκεφτόταν; Τι «ετοίμαζε»;
Πάντως, τα… καμώματά του συνεχίστηκαν με αποτέλεσμα οι οπαδοί του Άρη να τον αποδοκιμάζουν. Τι σκεφτόταν άραγε τότε; Τι αισθανόταν; Ποιος τον συμβούλεψε; Ποιος τον νουθέτησε; Μήπως είχε ήδη αποφασίσει ότι «θα πάω σε άλλη ομάδα και θα τους δείξω εγώ»;
Τον Αύγουστο του 2012, τον απέκτησε η ΑΕΚ. Τον ήθελε. Τον πίστευε ως ποδοσφαιριστή. Ρώτησε όμως κανείς, έμαθε κάτι για τη ζωή του, για το χαρακτήρα του, για τα όνειρά του; Τα προβλήματα και στην ΑΕΚ δεν άργησαν να εμφανιστούν. Μετά την ισοπαλία της ΑΕΚ με την Κέρκυρα με 1-1 στο ΟΑΚΑ, ο αρχηγός της Κέρκυρας είπε ότι «είναι απαράδεκτο να βλέπεις παιδιά που ξεκινάνε να παίζουν ποδόσφαιρο τώρα, 19χρονα και 20χρονα, να βρίζουν μάνες, σπίτια και οικογένειες...».
Τον Νοέμβριο, στην προπόνηση, ο Κατίδης έπεσε κάτω. Ο βοηθός προπονητή του είπε να σηκωθεί , ο Κατίδης… τσαντίστηκε, ο βοηθός τον έδιωξε...
Ακολούθησαν και άλλες ακραίες και απείθαρχες ενέργειες. Καυγάδες, βρισίδια, αντιπαλότητες… Κάποια στιγμή, ο Λίνεν τον έδιωξε. Και μετά, όταν μπήκε το γκόλ - από… σπόντα στο πόδι του Κατίδη εδώ που τα λέμε- ο νεαρός εξερράγη. Αισθάνθηκε ότι ήρθε η δικαίωση; Μόνο αυτός ξέρει. Πάντως, έβγαλε τη φανέλα, εμφάνισε ένα σώμα «χτυπημένο» με δεκάδες τατουάζ και σήκωσε το χέρι του σαν στρατιώτης των Ες Ες προς τον κόσμο. Όλοι τον αποδοκίμασαν. Οι συμπαίκτες του, οι οπαδοί, η ομάδα, η Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία. Το αν θα του «σπάσουν» το συμβόλαιο, τι είπε, τι ισχυρίστηκε, πόσες συγγνώμες ζήτησε δεν έχει σημασία. Ούτε έχει σημασία αν θα παίξει ποτέ ή όχι στην Εθνική γιατί αυτό δεν το ξέραμε έτσι κι αλλιώς.
Σημασία έχει ότι το κακο-καθοδηγημένο αυτό παιδί που δεν έχει ιδέα από ιστορία, θα μείνει… στην ιστορία.