Ένα Προικοσύμφωνο του έτους 1671 που γράφτηκε στη Σύρο και
βρέθηκε στα αρχεία της Νομαρχίας Κυκλάδων, αποτελεί ένα απίστευτο ντοκουμέντο και
δείγμα για το πώς γίνονταν τα προικοσύμφωνα τον 17ο αιώνα!
Παράλληλα,
το Προικοσύμφωνο αποτελεί και ένα δείγμα ξεπουλήματος, καθώς δίνεται ιδιαίτερη
σημασία στη λεπτομέρεια και η κόρη στον γαμπρό «παραχωρείται» με... ούλα «τα σέα της
και τα μέα» της, αλλά και με... απαιτήσεις από τον λεβέντη!
>>> Ας μη γίνει παραλληλισμός με άλλου είδους και τιμήματος "προίκες"...
Το Προικοσύμφωνον
Εν έτει 1671 μηνί Ιανουαρίω ημέρα δεκάτη εν Σύρω.
Eν ονόματι της Αγίας Τριάδος και της Κοκκίνης προστάτιδος της νήσου Σύρου
Προικοσύμφωνον της πρώτης μας κόρης και της θυγατρός,
του Κωστάκη και της Σμαράγδας και της μακαρίτισσας της
γυναικός μου Πιπινίτσας ήτις θα πάρη νόμιμον σύζυγον τον Ντεμογιαννάκη του
Κωνσταντάκη της Πιπινίτσας Πηνελόπης Βαρβαρίτσας.
Και εγώ και η μακαρίτισσα η γυναίκα μου Πιπινίτσα, δίδομεν
την συγκατάθεσίν μας εις το να πάρη η κόρη μας Κατή, νόμιμον σύζυγον
και να τον έχη να τον νέμεται μέρα νύκτα, τον Ντεμογιαννάκη
Μανωλάκην του Κωνσταντάκη και της Πιπινίτσας Πηνελόπης Βαρβαρίτσας.
Εν πρώτοις δίδομεν
από τα φύλλα της καρδιάς μας την ευχήν να τρισευτυχήσουν και να πολυχρονίσουν.
Δεύτερον δε τέσσαρα εικονίσματα το πρώτον εις ξύλον
δυνατόν και χονδρόν δύο δάκτυλα και τα άλλας εις αχιβάδα.
Τρία υποκάμισα τα δύο μικρά και το ένα μεγάλο, δύο μικρά
αποκατινά (εσώβρακα) παστρικά, ατρύπητα και ολόγερα.
Δύο μισοφόρια ολόγερα και μπουγαδιασμένα.
Ενάμισυ ζευγάρι κάλτσες έως ότου να γίνη ο γάμος έχη
καιρόν να πλέξη και την άλλη για να γίνουν δύο ζευγάρια.
Ένα φουστάνι από τσίτι ριγωτό, άλλο ένα από σακονέτα της
μακαρίτισσας της γιαγιάς μου.
Ένα μανδύλι του λαγιού και δύο μανδοσαλάμια.
Μία φασκιά για τα καλορίζικα.
Δύο ζεύγη παπούτσια το ένα μπαλωμένο.
Σαράντα πήχες βρακοζώνα και μετά τον θάνατο του παπού μας
άλλη τόση.
Του γαμβρού μια σκούφια να την φορή βραδιά παρά βραδιά δια
να μη του τρυπήση γρήγορα.
Δύο τσουκάλια κάστρινα της καραίτισσας της γιαγιάς μου.
Δύο φλιτζάνια του καφέ χωματίνια.
Το αμελέτητο με δύο χέρια νεροπαστρικό και άπιαστο.
Τρεις βελόνες της κάλτσας.
Ένα ζάρφι χωματένιο.
Ένα στρώμα μπαλωμένο της μακαρίτισσας της γιαγιάς μου από
φύλλα. καλαμόφυλλα.
Ένα λύχνο χωματένιο και άλλον έναν από ντενεκέ.
Ένα κλειδί.
Μια ψυράγγα (χωράφι) ίθα με μιά παλέστρα του γαϊδάρου.
Τρία ρεάλια, πέντε παράδες και επτά άσπρα.
Κοντά με όλα αυτά που τους κάμαμεν τους νοικοκυραίους της
Σύρου την μίαν κάμαραν του σπιτικού που καθούμαστε και άμα πεθάνω εγώ και ο
παππούς της Κατής όλο το σπίτι.
Ακόμη δε και αυτά 2 κόττες ένα πετεινό, είκοσι αυγά, ένα
κόσκινο, μία μπιρμπιτσέλια σπητίσια μακαρόνια, και αν προφθάσουμεν θα κάνουμε
άλλα τόσα.
Δέκα οκάδες ελιές και πέντε οκάδες χαμάδα, 2 βάζα κάπαρι,
δύο ντουζίνες χήνους, σαράντα κοπόνια κρομμύδια όλα αυτά να τα κάμουν θάλασσα
να τρών και να πίνουν όλο το οκταήμερο γαμβρός και νύμφη και όλο το συμπεθεριό
και οι ποιό κοντά γειτόνοι.
Εις τον γαμβρόν, την Κατή με τα ούλα της.
Ο πενθερός
Κωνσταντάκης της
Σμαράγδας
Εν Σύρω τη 10 Ιανουαρίου 1671
Να πω ότι κάποτε οι καλοί λογαριασμοί έκαναν τους καλούς φίλους;
ΑπάντησηΔιαγραφή