Στις αναπτυγμένες κοινωνίες η στεφανιαία νόσος και η δυσμενέστερή της κατάληξη, το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου (ΟΕΜ), αποτελεί το πρώτο αίτιο θανάτου. Περίπου το ένα τέταρτο των ατόμων που εκδηλώνουν ΟΕΜ θα αποβιώσουν.
Οι περισσότεροι θάνατοι συμβαίνουν τα πρώτα εικοσιτετράωρα και οφείλονται σε διαταραχές του φυσιολογικού καρδιακού ρυθμού. Για την ανάπτυξη στεφανιαίας νόσου και ΟΕΜ έχουν ενοχοποιηθεί πολλοί παράγοντες.
Μερικοί από αυτούς είναι το κάπνισμα, η υπερχοληστερολαιμία, η υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η έλλειψη άσκησης, ο αγχώδης και φιλόδοξος τύπος προσωπικότητας, η παχυσαρκία και το οικογενειακό ιστορικό.
Οι προδιαθεσικοί παράγοντες ευνοούν την ανάπτυξη αθηρωματικών πλακών στα τοιχώματα των στεφανιαίων αγγείων, των αγγείων δηλαδή που τροφοδοτούν με αίμα την καρδιά. Οι αθηρωματικές πλάκες αυξάνουν προοδευτικά σε μέγεθος και αποφράσσουν τον αυλό των αγγείων. Η ελλιπής αιμάτωση του μυοκαρδίου οδηγεί σε ισχαιμία, η οποία εκφράζεται ως στηθαγχικός πόνος.
Μια απότομη απόφραξη του αυλού του αγγείου από θρόμβο που αναπτύσσεται πάνω στην αθηρωματική πλάκα έχει ως συνέπεια τη διακοπή της ροής του αίματος στο αγγείο αυτό. Η περιοχή του μυοκαρδίου που αιματώνεται από το αγγείο αυτό ισχαιμεί και τελικά νεκρώνεται. Αυτή η κατάληξη αντιστοιχεί στο οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου.
Η κλινική εικόνα του ΟΕΜ είναι δραματική. Χαρακτηρίζεται από συνεχές, έντονο οπισθοστερνικό άλγος που διαρκεί πάνω από μισή ώρα.
Αντιθέτως, ο στηθαγχικός πόνος, με τον οποίον αρκετοί στεφανιαίοι ασθενείς είναι εξοικειωμένοι, διαρκεί λίγα λεπτά και υποχωρεί με τη λήψη νιτρωδών (υπογλώσσια δισκία νιτρογλυκερίνης).
Πολλοί ασθενείς αντιλαμβάνονται ότι «κάτι διαφορετικό τους συμβαίνει».
Το άλγος είναι δυνατόν να αντανακλά στα άνω άκρα (κυρίως στο αριστερό), στους ώμους, στη μεσοπλάτιο χώρα, στον τράχηλο και την κάτω γνάθο ή στο επιγάστριο. Η εικόνα του ασθενούς συμπληρώνεται με εφίδρωση, εμέτους, δύσπνοια και άγχος επικείμενου θανάτου. Ωστόσο το ΟΕΜ μπορεί να εισβάλει με άτυπα συμπτώματα δυσκολεύοντας τη διάγνωση (π.χ. μόνο με επιγαστρική δυσφορία ή καύσο). Αυτό συμβαίνει συχνά στους πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη. Για την τεκμηρίωση της διάγνωσης του ΟΕΜ, εκτός από την κλινική εικόνα χρησιμοποιείται το ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ) και ο έλεγχος των μυοκαρδιακών ενζύμων.
Το ΗΚΓ αποτελεί μια απλούστατη εξέταση που μπορεί να πραγματοποιηθεί εύκολα ακόμα και σε επίπεδο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Συνίσταται σε καταγραφή των ηλεκτρικών δυναμικών που παράγει το μυοκάρδιο κατά τη συστολή του. Τα επάρματα που καταγράφονται σε φυσιολογικές περιπτώσεις (διεθνώς ονομάζονται P, QRS και Τ) και τα αντίστοιχα μεταξύ τους διαστήματα (PQ και ST) μεταβάλλονται με χαρακτηριστικό τρόπο κατά την εκδήλωση του ΟΕΜ. Τα «ύποπτα» ευρήματα αντιστοιχούν σε βαθύ έπαρμα Q, ανάσπαση του διαστήματος ST και αρνητικό έπαρμα Τ.
Οι αλλαγές αυτές στο ΗΚΓ οφείλονται στην ισχαιμία ή τη νέκρωση των μυοκαρδιακών ινών. Συχνά, όμως, παρουσιάζονται και άτυπα ευρήματα που δυσχεραίνουν τη διάγνωση. Στις περιπτώσεις αυτές ενδείκνυται η σύγκριση του ΗΚΓ με προγενέστερο (αν υπάρχει), ή η επανάληψη του ΗΚΓ αργότερα. Όταν η κλινική υποψία εμφράγματος είναι ισχυρή, ο ιατρός μπορεί να επιλέξει την άμεση παραπομπή του ασθενούς για έλεγχο των μυοκαρδικών ενζύμων.
Τα μυοκαρδιακά ένζυμα ελευθερώνονται στην κυκλοφορία με τη νέκρωση των μυοκαρδιακών ινών.
Τα επίπεδά τους στο αίμα αυξάνουν σε μερικές ώρες από την εισβολή του ΟΕΜ και μειώνονται προοδευτικά τις προσεχείς ημέρες. Συνήθως ελέγχονται το μυοκαρδιακό συνένζυμο της κρεατινικής κινάσης (CK-MB), η τροπονίνη Ι, η τροπονίνη Τ και η γαλακτική αφυδρογονάση (LDH). Ωστόσο, υπάρχουν καταστάσεις, άσχετες με το ΟΕΜ που είναι δυνατόν να ανεβάσουν τα ένζυμα στον ορό (π.χ. τραυματισμός μυών ή προηγηθείσα χειρουργική επέμβαση). Σε αμφίβολες καταστάσεις μπορεί να βοηθήσει το υπερηχογράφημα και το σπινθηρογράφημα του μυοκαρδίου.
Ο ασθενής με έμφραγμα εισάγεται σε ειδική Μονάδα Εμφραγμάτων δευτεροβάθμιων ή τριτοβάθμιων νοσοκομείων. Κατά τη μεταφορά του δίνεται έμφαση στην παρακολούθηση του ρυθμού (για την έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση επικίνδυνων αρρυθμιών), στη χορήγηση οξυγόνου, στην καταστολή του πόνου με νιτρώδη ή οπιοειδή και τη χορήγηση ασπιρίνης σε δόση 250 mg (μάσημα μισού δισκίου κοινής ασπιρίνης ή ενός δισκίου Salospir). Η θνητότητα ελαττώνεται σημαντικά με την ασπιρίνη, αλλά και με την έγκαιρη μεταφορά του ασθενούς εντός 90 λεπτών στην Μονάδα Εμφραγμάτων για πιθανή εφαρμογή θρομβόλυσης.
Με τη θρομβολυτική αγωγή επιδιώκεται η διάλυση του θρόμβου και η επαναδιάνοιξη του αποφραγμένου αγγείου. Με τον τρόπο αυτό περιορίζεται η έκταση της μυοκαρδιακής νέκρωσης. Το θρομβολυτικό φάρμακο χορηγείται ενδοφλεβίως και έχει αποτέλεσμα, όταν χορηγηθεί έγκαιρα. Η θρομβόλυση δεν έχει πάντα το επιθυμητό αποτέλεσμα και δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε όλους τους ασθενείς. Βασικές αντενδείξεις είναι η πρόσφατη εγχείρηση και το αιμορραγικό εγκεφαλικό επεισόδιο. Αυτή είναι και η κύρια παρενέργεια του φαρμάκου, το ενδεχόμενο, δηλαδή, εμφάνισης εγκεφαλικής αιμορραγίας.
Στη Μονάδα Εμφραγμάτων το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στην έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση των ιδιαίτερα επικίνδυνων αρρυθμιών και μπορεί να χρειαστεί η τοποθέτηση προσωρινού ή μόνιμου βηματοδότη. Η εικόνα μπορεί να περιπλακεί από καρδιακή ανεπάρκεια (όταν η έκταση του νεκρωμένου μυοκαρδίου είναι μεγάλη), υποτροπή του εμφράγματος ή θρομβοεμβολικά επεισόδια.
Επιπλοκές, όπως η ρήξη του μεσοκοιλιακού διαφράγματος, η ρήξη θηλοειδούς μυός και η καρδιακή ρήξη απαιτούν άμεση χειρουργική επέμβαση.
Η στεφανιογραφία μπορεί να κριθεί απαραίτητη για τον ακριβή έλεγχο της βατότητας των στεφανιαίων αγγείων. Μπορεί εξ άλλου να κριθεί αναγκαία η άμεση αγγειοπλαστική των στεφανιαίων (το λεγόμενο μπαλονάκι) ή αορτοστεφανιαία παράκαμψη (bypass) ή αυτές να προγραμματιστούν για αργότερα. Ο έλεγχος του λιπιδαιμικού προφίλ του ασθενούς είναι σημαντικός για την ανακάλυψη τυχόν υπάρχουσας υπερχοληστερολαιμίας.
Με την έξοδο του ασθενούς από το νοσοκομείο οι ιατροί καθορίζουν τη χρόνια αγωγή του ασθενούς και το πρόγραμμα επανελέγχου. Η αγωγή, ανάλογα με την περίπτωση, είναι δυνατόν να περιλαμβάνει β-αποκλειστές, νιτρώδη, διουρητικά και διγοξίνη αν συνυπάρχει καρδιακή ανεπάρκεια, αναστολείς του μετατρεπτικού ενζύμου, αντιαιμοπεταλιακά, αντιαρρυθμικά φάρμακα, αναστολείς διαύλων ασβεστίου, αναστολείς αγγειοτασίνης ΙΙ και φάρμακα για την συνυπάρχουσα υπερχοληστερολαιμία.
Η εμπειρία της παραμονής σε Μονάδα Εμφραγμάτων είναι συνήθως ιδανική ευκαιρία για την αναθεώρηση του τρόπου ζωής του ασθενούς. Συστήνεται υπολιπιδαιμική δίαιτα και τονίζεται η σημασία της φυσικής άσκησης και της πλήρους αποχής από το κάπνισμα.
Πηγή:
Οι πληροφορίες παραχωρήθηκαν από την Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ προς το lifemag.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου