Του
Δημήτρη
Κωνσταντάρα
Φτάσαμε τελικά στην Πρωτοχρονιά… όσο κι αν τόσοι πολλοί είχαν φοβηθεί, είχαν πιστέψει ότι δεν θα φτάναμε. Όχι γιατί θα ερχόταν το Τέλος του Κόσμου που προφήτευαν οι Μάγια, αλλά γιατί αυτό που βλέπαμε να έρχεται, ούτε σε Χριστούγεννα «έφερνε», ούτε σε Πρωτοχρονιά. Αυτό που ερχόταν, παρέπεμπε στην απόλυτη εξαθλίωση, έτσι όπως οι γηραιότεροι μπορούν, έστω αμυδρά να θυμηθούν, ότι φάνταζαν οι «γιορτές» τα χρόνια της Κατοχής.
Τέτοια απόλυτη εξαθλίωση δεν ζήσαμε. Συνεπώς, πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι. Διότι την εξαθλίωση τη ζούμε μεν καθημερινά ,με απόλυτα παγκοσμιοποιημένο, «πολιτισμένο» τρόπο δε. Comme il faut που λένε και οι Γάλλοι.
Ζούμε μιαν απόλυτη καταστροφή, μιαν απόλυτη Κατοχή, μια κοινωνική, οικονομική, οικογενειακή εξαθλίωση comme il faut.
Με τα συσσίτιά μας, με τις «προσφορές» καταναλωτικών ειδών από μεγαλο επιχειρήσεις - τώρα που «έβγαλαν» το κέρδος της χρονιάς κάνουν «φιλανθρωπίες»- με τα κουπόνια και τα δώρα των εφημερίδων με εκπτώσεις σε σουπερμάρκετ, με τις «μοδάτες» προσφορές των «καφενείων - αλυσίδων» του τύπου «μια τυρόπιτα δώρα για κάθε καπουτσίνο»…
Και με τα Χριστουγεννιάτικα δέντρα μας στις πλατείες και με γιορτινά τραγούδια –κυρίως αμερικάνικα- σπονσοραρισμένα από απρόσωπες πολυεθνικές που πουλάνε άχρηστα προιόντα που σε κάνουν να ξεχνιέσαι και με εκδηλώσεις και συναυλίες δημοφιλών καλλιτεχνών σε στοές και σε πλατείες , καλλιτεχνών που μην έχοντας στην ουσία δουλειά παρά μια-δυο φορές την εβδομάδα, σπεύδουν να διαφημίσουν το «κοινωνικό πρόσωπο» της νέας τάξης…
Οφείλω να συγχαρώ την σύγχρονη μεγαλο- επιχειρηματικότητα που αφού συνέπραξε με τους νέους άρχοντες, επιβίωσε στραγγαλίζοντας τους φούρνους, τα καφενεία, τα ψιλικατζίδικα, τα μαγαζάκια, τα εμπορικά, τα γαλατάδικα, τα περίπτερα της γειτονιάς.
Οφείλω να συγχαρώ και όλους αυτούς – εκδότες περιοδικών «ποικιλίας», ιδιοκτήτες μουσικών ραδιοφωνικών σταθμών, επιχειρήσεις τηλεοπτικών παραγωγών, εκδότες εφημερίδων, εταιρείες παραγωγής μουσικής, ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων - που φρόντισαν επί μια δεκαπενταετία να διαμορφώσουν στην Ελλάδα νέα ήθη, νέα έθιμα, νέα πρότυπα, νέα οράματα, νέα ιστορία μέχρι και νέα γλώσσα έτσι ώστε να δημιουργήσουν το κατάλληλο κλίμα για την επικράτηση της ολοκληρωτικής εξαθλίωσης του Έλληνα χωρίς να το καταλάβει, θεωρώντας ότι… «και τι έγινε δηλαδή;»
Βεβαίως, μαζί με όλες τις μικρές, μικρομεσαίες επιχειρήσεις «της γειτονιάς» που αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη, τη ζωή της πρωτεύουσας, της μεγαλούπολης, της πόλης και του χωριού καταστράφηκαν κι εξαφανίστηκαν κι αυτοί οι ίδιοι . Οι εκούσιοι συνεργάτες της εξαθλίωσης.
Όποιος διαβάζει ιστορία, διδάσκεται. Ο εισβολέας, κατακτά τους λαούς και τις χώρες με την υπόσχεση ότι θα τους απαλλάξει από τους τυράννους του αλλά στη συνέχεια, κρατά μόνο δούλους. «Καθαρίζει» το τοπίο. Εκτελεί τους κάθε λογής «συνεργάτες». Ερημώνει τη γη. Χτίζει τους δικούς του ναούς και τα δικά του παλάτια. Φέρνει τους δικούς του Θεούς.
Κάπου εκεί βρισκόμαστε.
Αυτοί που ακόμη χαμογελούν, είναι μεταξύ εκείνων που «εμήδισαν». Και μην έχοντας γνώση ιστορίας, όντας απλώς «μυαλοπώληδες», δεν αντιλαμβάνονται ότι όπου νάναι, έρχεται ο ευνουχισμός τους και τελικά, ο εξευτελιστικός τους θάνατος. Φυσικά, υπάρχουν και οι προδότες. Οι Εφιάλτες. Οι οποίοι αρχικά αμείβονται πλουσιοπάροχα αλλά τελικά καταλήγουν δολοφονημένοι, σε κάποιο σοκκάκι.
Ο Έλληνας όμως που «δεν έχει μια» στην τσέπη, ούτε δουλειά, τον κυνηγούν τα χρέη, γύπες τον καταδιώκουν αλλά προσπαθεί να σταθεί όρθιος. Και όσο περισσότεροι προσπαθούν να σταθούν όρθιοι, τόσο χειρότερες γίνονται οι προοπτικές και για αυτούς που «εμήδισαν» και γι αυτούς που πρόδωσαν.